Αρκαδιά

Αρκαδιά
Έτσι ονομαζόταν η Κυπαρισσία, όταν μετά το 1718 έγινε πρωτεύουσα της επαρχίας από τους Τούρκους. H ονομασία αυτή οφειλόταν στο γεγονός ότι πολλοί Αρκάδες είχαν εγκατασταθεί εκεί. Όλη η πρώην επαρχία της Τριφυλίας λεγόταν άλλωστε επαρχία Α. και οι κάτοικοί της ονομάζονταν Αρκαδινοί ή Αρκάδες. Οι Αρκαδινοί προσέφεραν πολλά στον Αγώνα, ιδιαίτερα οι Ντρέδες από τα Σουλιμοχώρια. Στις 23 Μαρτίου 1821 οι Τούρκοι της Α. έφυγαν για τα φρούρια της Μεθώνης και του Νεόκαστρου και στις 26 του ίδιου μήνα, μπήκε στην πόλη o Αθ. Γρηγοριάδης. Από εκεί ξεκίνησαν πολλοί για να πολεμήσουν τους Τούρκους, αλλά η κυβέρνηση του Κουντουριώτη στάθηκε αφορμή να αρχίσει εμφύλιος πόλεμος, γιατί ορισμένα χωριά αρνήθηκαν να πληρώσουν φόρους. Το 1828 ο Ιμπραήμ κατέλαβε την Α. και την κατέστρεψε. Σημαντικοί αγωνιστές κατάγονταν από την Α., όπως οι Γρηγοριάδηδες, οι Παπατσωραίοι, ο Μήτρος Αναστασόπουλος, ο Γκρίτζαλης κ.ά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ἀρκαδία — Ἀρκαδίᾱ , Ἀρκαδία Arcadia fem nom/voc/acc dual Ἀρκαδίᾱ , Ἀρκαδία Arcadia fem nom/voc sg (attic doric aeolic) Ἀρκαδίᾱ , Ἀρκαδίη fem nom/voc/acc dual Ἀρκαδίᾱ , Ἀρκαδίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρκαδίᾳ — Ἀρκαδίᾱͅ , Ἀρκαδία Arcadia fem dat sg (attic doric aeolic) Ἀρκαδίαι , Ἀρκαδίη fem nom/voc pl Ἀρκαδίᾱͅ , Ἀρκαδίη fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αρκαδία — I Αρχαία πόλη της Κρήτης, που ιδρύθηκε πιθανότατα από Αρκάδες της Πελοποννήσου, στη δυτική πλευρά του όρους που λέγεται σήμερα Προφήτης Ηλίας (688 μ.). Η Α. υπήρχε και στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες και μάλιστα ήταν έδρα επισκόπων. II… …   Dictionary of Greek

  • Αρκαδία — Sp Arkãdija Ap Αρκαδία/Arkadia L Graikijos ist. sr. ir nomas (Peloponese) …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Ἀρκαδίας — Ἀρκαδίᾱς , Ἀρκαδία Arcadia fem acc pl Ἀρκαδίᾱς , Ἀρκαδία Arcadia fem gen sg (attic doric aeolic) Ἀρκαδίᾱς , Ἀρκαδίη fem acc pl Ἀρκαδίᾱς , Ἀρκαδίη fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρκαδίαι — Ἀρκαδίᾱͅ , Ἀρκαδία Arcadia fem dat sg (attic doric aeolic) Ἀρκαδίη fem nom/voc pl Ἀρκαδίᾱͅ , Ἀρκαδίη fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρκαδίαν — Ἀρκαδίᾱν , Ἀρκαδία Arcadia fem acc sg (attic doric aeolic) Ἀρκαδίᾱν , Ἀρκαδίη fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρκαδίη — Ἀρκαδία Arcadia fem nom/voc sg (epic ionic) Ἀρκαδίη fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρκαδίην — Ἀρκαδία Arcadia fem acc sg (epic ionic) Ἀρκαδίη fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρκαδίης — Ἀρκαδία Arcadia fem gen sg (epic ionic) Ἀρκαδίη fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”